ΟΤΑΝ ΟΙ ΠΟΙΗΤΡΙΕΣ ΜΙΛΑΝΕ ΜΕ ΣΤΙΧΟΥΣ

1-ΠΟΙΗΤΡΙΕΣ1
 
ΣΤΙΧΟΙ ΑΠΟ ΠΟΙΗΤΡΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΑ ΣΕ:

  1. ΠΟΙΗΤΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ
  2. ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ
  3. ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΟΦΙΛΗΤΗ

 
 

ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ

Σαν τη γραμμή του ορίζοντα, πράσινο,
εγώ αγαπούσα το μπλε, της θάλασσας,
νησιά πέλαγος πλοία άγονη γραμμή
πρόσφυγες μετανάστες
 

ΦΑΝΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ

Απάντησε με συνοπτικές διαδικασίες
ίσως και λίγο παραπλανητικά
άλλωστε ποιον ενδιέφερε στ’ αλήθεια πώς
τα ‘βγαζε πέρα…
 

ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ ΑΒΡΑΜΙΔΟΥ

Τη στιγμή που πέφτεις
δεν υπάρχει σωστή κραυγή να βγάλεις,
λέξη να πεις,
να ψιθυρίσεις.
 

ΕΛΕΝΗ ΑΛΕΞΙΟΥ

Μυτερά αθήλαστα στήθη
Ένστικτο λύκαινας παρθένα λεκάνη
Εκεί που έριξε ανάσκελα ο ποιητής τον Μάη
Εκεί θέλω να γίνω μάνα σου
 

ΣΙΣΣΥ ΑΛΗΦΡΑΓΚΗ

Μετατρέπεις την άπνοια σε πνοή και θύελλα.
Το μούχρωμα σε κυανό και αυτοκρατορικό μπλε.
Την ελαφρά απορρόφηση σε ανυπόφορη φιληδονία.
Ορίζεις τον ωκεανό σε λίμνες μικροσταγόνων.
 

ΜΥΡΤΩ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Έχει πολλά ταφ
αυτό το ποίημα,
πολλούς μικρούς
ακέφαλους σταυρούς
 

ΕΛΕΝΗ ΑΡΤΕΜΙΟΥ – ΦΩΤΙΑΔΟΥ

Να στροβιλίζονται στη ζωή
μέχρι να αποσυρθούν στη γωνιά τους
χορτασμένα από κίνηση
λησμονημένα από αγάπη
 

ΝΕΒΗ ΑΣΤΡΑΙΟΥ

Πολλές στιγμές γίνονται χρόνος γδύνω τα μάτια σου
καυτές αναμνήσεις που αγγίζω βγάζουνε φτερά
λέξεις κολλάνε στο λαιμό τρέμουν τα χάδια σου
πες μου αλήθεια αν χάθηκαν κομμάτια απ’ τη χαρά.
 

ΕΙΡΗΝΗ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ

Γίνομαι με τη φύση σώμα
Ακούω το περπάτημα των μυρμηγκιών
Μιας θάλασσας υπόγειας τον παφλασμό ακροάζομαι
Το αγορίστικο τρεχαλητό — δόνηση στο νύχι.
 

ΚΑΙΤΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

Τρέχει πάνω στο κορμί μου το νερό,
φεύγει ο ιδρώτας, τα δάκρυα, το αίμα.
Καθαρίζω την ελαττωματική μου μηχανή,
διώχνω τα βρόμικα λάδια της.
 

ΧΡΥΣΑ ΒΛΑΧΟΥ

Με πολύχρωμα λουλούδια και θυμιατά
Με ύμνους και επικήδειους
—Ανναίς μη χαλάς τα λουλούδια
για τη στείρα ασφάλεια.
 

ΣΤΕΛΛΑ ΒΟΣΚΑΡΙΔΟΥ-ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

Ο φόβος είναι ένα συναίσθημα ξεπερασμένο
που μοιάζει στη γυναίκα
ερωτεύεται τη νύχτα
και παντρεύεται τη σιωπή
 

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΓΑΛΑΝΟΥ

Οι Πηνελόπες
πέταξαν τους αργαλειούς στη θάλασσα.
Δεν υφαίνουν πια
ούτε κεντούν τα βράδια.
 

ΣΤΕΛΛΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ

Οι λέξεις μου ταξιδεύουν
με τους πιο σφοδρούς ανέμους
Μερικές φορές ναυαγούν
πριν βρουν λιμάνι
 

ΑΝΤΖΕΛΑ ΓΕΩΡΓΟΤΑ

Ακούω τη φωνή σου μέσα μου,
ζεστό ρυάκι στην ψυχή.
Λένε πως έφυγες,
χωρίς αποσκευές.
 

ΠΑΝΕΛΟΠΗ ΓΙΩΣΑ

Φοβάμαι μη δεν προλάβεις
να κοινωνήσεις σχώρεση
και μείνουν αυτές οι ρυτίδες
αναίτιες.
 

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΚΙΤΣΗ

Κορίτσι των σκοτεινών δασών… δασών… σών… σών…
θυμάμαι τη φωνή σου που αντανακλούσε
στα παλιά σανίδια του μοναστηριού…
Έχει αλλάξει από τότε, σου το είπα;
 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ

Με λένε Οδύσσεια.
Άνθρωπος διωγμένος κι εγώ από τον ουρανό
το σώμα μου φθαρτό, έχει από πέσιμο
σχεδόν οριστικά τσακίσει.
 

ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ ΓΩΓΟΠΟΥΛΟΥ

Σε χρόνους ατελεύτητους
παροντικούς
και μέλλοντες
γράφω τις ιστορίες μου
 

ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

Έβρεχες τους αστράγαλους
στης θάλασσας το κύμα
κι ο άνεμος σου χάιδευε
το ολόλευκο φουστάνι.
 

ΕΛΕΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ – ΕΦΡΑΙΜΙΔΟΥ

Είναι ο χρόνος Μύθος μεγάλος κι ανατρέπει.
Ποιος ξέρει από στοιχειωμένα κάστρα
κι από υπνωτισμένα γίγαντα
τι παραμόρφωση θα βγει;
 

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ

Ονειρεύτηκα
Την πόλη των παιδικών μου χρόνων
Ήτανε άδεια
Όλα τα σκέπαζε η σιωπή
 

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΖΑΜΠΑ

υπάρχουν αισθήματα φίλε μου
που οχυρώνουν το βλέμμα
τρεμουλιάσματα πυγολαμπίδων
χτυπούν από χαρά
 

ΞΑΝΘΙΠΠΗ ΖΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Ισοπέδωσε τον έρωτα
να γίνει ένα με το χώμα
για να μείνει ο πόνος ξεχασμένος
κάτω από τις πέτρες.
 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΖΗΣΑΚΗ

μια μέρα θα γίνουμε όλοι αστοί
ύστερα θα πιάσουμε από ένα προάστιο στον ουρανό
να τραγουδάμε αναπαμένοι
το τραγούδι των καλοκαιρινών τρένων
 

ΕΙΡΗΝΗ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ

Κάποτε ξύπνησα μετά από χρόνια
δίχως πόδια και χέρια
Ανάλαφρη σαν παιδική υδατογραφία
με κόκκινα χείλη από τα βυσσινάδα
 

ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ

Σαν φύγεις…
Εκείνο που με θλίβει πιο πολύ
θα ’ναι που δε θα σ’ αγκαλιάζω.
Να σε κρύβω όταν σε τρομάζουν.
 

ΑΓΓΕΛΑ ΚΑΪΜΑΚΛΙΩΤΗ

Μετά από κείνη
την ειρηνική επέμβαση
καπνίσαμε οι περισσότεροι
το τελευταίο μας τσιγάρο
 

ΕΦΗ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ό,τι χάθηκε στο χρόνο ταξιδεύει
αινίγματα στάχτη
και κάρβουνο
όλα τα καταπίνει η νύχτα
 

ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΚΑΠΛΑΝΗ

μη χαθείς πάλι μες στο λαβύρινθο
ο χάρτης σου –το ίδιο κι ο δικός μου-είναι τούτο το νησί
θάρρος, το κουβάρι να ξετυλίξεις μέσα σου
χωρίς να κρίνεις
 

ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ

Την τεφροδόχο των στίχων σου
δίχως έλεος θα σκορπίσω
να δω πως πνίγει η κάθε λέξη
το όνομά μου
 

ΜΑΡΙΑ ΚΕΝΤΡΟΥ-ΑΓΑΘΟΠΟΥΛΟΥ

Κάθε άνθρωπος πρέπει να ‘χει ένα πάθος κρυφό
Ένδοξα να τον σβήνει ανυπόκριτα
Ένδοξα να κοιτάει το βλέμμα του
Στη σιωπηλή χαράδρα του θανάτου
 

ΜΑΡΙΑ ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ

Κατάρτια περίτεχνα καμωμένα
από τα πανάρχαια χρόνια
δοκιμάζουν τη σιγουριά του τεχνίτη
μέσα στης θάλασσας την αντοχή.
 

ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΟΛΟΒΕΛΩΝΗ

κι εμείς θεατές σε χρόνο νεκρό
κοιτάμε βουβοί την οθόνη
πριν μείνουμε μόνοι και πέσουν
οι τίτλοι του τέλους
 

ΦΡΟΣΟΥΛΑ ΚΟΛΟΣΙΑΤΟΥ

Με το πρώτο φεγγάρι της άνοιξης
Μολυσμένες χειρονομίες
Αντανακλούν στα τζάμια της νύχτας
«Θάνατος στην Μεσόγειο»
 

ΕΛΣΑ ΚΟΡΝΕΤΗ

Έμεινα έκπληκτη να τον κοιτώ
Όπως υπέρλαμπρος πετούσε
Πριονίζοντας με το δοξάρι
Τον λαιμό του
 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΟΡΡΥΒΑΝΤΗ

Και ο Αγαμέμνονας νεκρός.
Κι η ομορφιά της Ελένης στείρα.
Μία σειρά συμβολισμών
που ο Μικελάντζελο δεν είδε.
 

ΟΥΡΑΝΙΑ ΚΟΥΝΑΓΙΑ

Ακροβασία
ανάμεσα σε μνήμη και εικόνα.
Πλάσματα του τίποτε
αθύρματα τυχαία της φθοράς.
 

ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ

Η γυναίκα μεγαλώνει.
Τα ποιήματα μικραίνουν.
Θα πρέπει να παραγγείλει
άλλο μέγεθος πόνου.
 

ΜΑΡΙΑ ΚΥΡΤΖΑΚΗ

Η μοναξιά τον κατοικεί τον έρωτα, μη
την τρομάζεις, χαμογέλασες,
και εφευρίσκει γλώσσα αμίλητη
και γλώσσα τιμημένη.
 

ΜΑΡΙΑ ΛΑΤΣΑΡΗ

Μάρτυς μου τα δάκρυα
ορκιζόταν
λες κι ο πόνος
είναι ζήτημα αλήθειας
 

ΙΩΑΝΝΑ ΛΙΟΥΤΣΙΑ

Θέλω να φύγω από εδώ.
Αφού ποτέ δεν θα ‘ρθει η ευτυχία.
Κι ό,τι νόμιζα πως ήρθε, με κορόιδεψε.
Όλοι με πουλάνε.
 

ΜΕΡΗ ΛΙΟΝΤΗ

άκαμπτα μέλη περιφέρονται απόψε
κλαδιά στους ξεχασμένους δρόμους
και πληγώνουνε τα σώματα
που γέρασαν παράκαιρα
 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΛΥΜΠΕΡΗ

Μήτρες της άνοιξης υγρές
μέσα στο χώμα του σωστού καιρού,
τρίζουν οι βολβοί, ετοιμάζονται,
αξίζει το κάλλος την αναμονή του.
 

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΜΑΚΡΙΔΟΥ

Κάθε μέρα υφαίνω
και ξηλώνω τον Έρωτα
να βρει η ψυχή μου ανάσα
και τα μάτια μου το φως.
 

ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ ΜΑΝΤΑ-ΛΑΖΑΡΟΥ

Όταν μου τελειώνουν τα δάση των ονείρων
μπαίνω στο ναρκοπέδιο
ελπίζοντας πως όταν βγαίνω
κουβαλώ κι ένα κομμάτι του εαυτού μου.
 

ΤΖΟΥΤΖΗ ΜΑΝΤΖΟΥΡΑΝΗ

Τα πιο πικρά δάκρυα είναι εκείνα
που δεν κυλάνε ποτέ από τα μάτια μας.
Οι πιο δυνατοί οργασμοί είναι αυτοί
που δεν ακούγονται.
 

ΝΙΚΗ ΜΑΡΑΓΚΟΥ

Στο Καϊρουάν άκουσα τους αργαλειούς της Αμμοχώστου
όπως τους περιγράφουν παλιοί χρονικογράφοι
ήπια από το νερό του πηγαδιού
που ενώνεται υπόγεια με τη Μέκκα.
 

ΕΛΕΝΗ ΜΑΥΡΟΓΟΝΑΤΟΥ

Ανάμεσα στο χειμερινό ηλιοστάσιο
και την εαρινή ισημερία
σ’ αγάπησα.
Ούτε ένα καλοκαίρι μαζί σου δεν πρόλαβα.
 

ΛΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ

Τα βουνά απλώνουν τα χέρια και με καλούν.
Χιονίζει στο Τρόοδος.
Το νησί είναι αιχμάλωτο μες στην ομίχλη και τη βροχή
περικυκλωμένο από μνήμες.
 

ΛΙΛΙΑΝ ΜΠΟΥΡΑΝΗ

Μια νύχτα ανυπέρβλητη
που εισέρχεται οριστικά
στο χειμερινό της
ηλιοστάσιο.
 

ΝΟΡΑ ΝΑΤΖΑΡΙΑΝ

Πες μου για άλλη μια φορά
γιατί οι Αρμένικες ιστορίες είναι τόσο θλιβερές
και γιατί υπάρχουν τόσα πολλά γράμματα που σε πνίγουν
όταν οι λέξεις σου σβήνουν και τα χείλη σου τρέμουν.
 

ΕΥΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ

Τα βράδια που μονάχα
το λευκό του γιασεμιού
μας τραγουδούσε
με μύησες στις σιωπές σου…
 

ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΝΤΑΣΗ

Αυτός ο κόσμος ζούσε στο ενδιάμεσο
της αγάπης του Θεού και
της μανίας του ανθρώπου.
Γι’ αυτό ο οίκτος μου μεγάλωνε κάθε ημέρα πιο πολύ·
 

ΜΥΡΙΑΝΘΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ-ΠΑΠΑΟΝΗΣΙΦΟΡΟΥ

Αληθινά, τι άλλο πια να πω
απόκαμε η καρδιά να περιμένει
μένει στο στόμα μου το σ’ αγαπώ
απόκριση βουβή και ξεχασμένη
 

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Τι μελωδία μυστική
θύμιαζε μέσα απ’ το κοχύλι;
Μια αρμονία θεϊκή
άχνιζε — .. .σαν από πηγή;
 

ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΥ

Οι λέξεις που δεν τολμώ
να σου προφέρω
την ψυχή μου στοιχειώνουν
την καρδιά μου.
 

ΕΙΡΗΝΗ ΠΑΠΠΑ

Άστατο κορμί πού τριγυρίζεις;
Σε ψάχνω μάταια
ανάμεσα σε ιστούς
ζωής και θανάτου.
 

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΥΛΑΚΟΥ

Την ώρα που κοιμάσαι
σηκώνεις το χέρι
δείχνεις το χαμόγελο στον ουρανό
το φως στον ορίζοντα. 
 

ΣΟΦΙΑ ΠΕΡΔΙΚΗ

Οπώρες κίτρινοι ήλιοι
λάμψατε σπυριά φωτός σαν το χαλάζι
στη λίμνη που έπεσε των λουλουδιών
και λιώσατε μέσα στο χέρι που σας μάζεψε.
 

ΒΑΣΙΛΚΑ ΠΕΤΡΟΒΑ-ΧΑΤΖΗΠΑΠΑ

Περνούν οι μέρες σαν σκιές ξυπόλυτες,
δεν κλαίω, δεν φωνασκώ, μήτε τον ουρανό καλώ.
Μνήμες αβέβαιες, λέξεις που τρεκλίζουν
την καρδιά με νύχια ξύνουν μυτερά. 
 

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΙΤΟΥ

Μες στης ζωής μου τό μικρό ταξίδι
έμαθα ν’ αφουγκράζομαι τον ψίθυρο του ανθρώπου
και μ’ άστερόσκονη χρυσή να τον στολίζω
να τον τραγουδώ.
 

ΖΩΗ ΣΑΜΑΡΑ

Κι έγερνε τότε ο Ουρανός
και της ψιθύριζε
πως σήκωνες στα ύψη όλη την Κάρπαθο
την έφερνες ξανά κοντά του
 

ΑΘΗΝΑ ΤΕΜΒΡΙΟΥ

Στα απογεύματα της σιωπής
απλώνουν τα ρούχα τους οι γυναίκες,
να στεγνώσουν μαζί με τα υγρά όνειρα
σαν ξεφεύγουν λόγω ζέστης κι ανάπαυσης.
 

ΜΑΡΙΑ ΤΖΙΚΑ

Με μιαν απόχη μεταφέρει ωραίες εντυπώσεις,
τις αποθέτει πλούσιες
επάνω σε φιλέριδες εκφράσεις,
και τις χαλά.
 

ΕΛΕΝΑ ΤΟΥΜΑΖΗ

Γράφεις με ευγνωμοσύνη
Βουτώντας την πέννα σου
στο ασήμι της θάλασσας
Που σε κοιτάζει αμετάβλητη
 

ΓΙΩΤΑ ΤΣΕΡΤΕΚΙΔΟΥ

Καίνε δύο λαμπάδες για μένα.
Σε μαύρο περίτεχνα σκαλισμένο ξύλινο φέρετρο
που απ’ ανθρώπου χέρι δεν ήταν καμωμένο
με απόθεσαν.
 

ΜΑΡΙΑ ΤΣΙΡΑΚΟΥ

ακαθόριστα ζωντανή
μετατοπίζομαι
γεμάτος ο κόσμος
και χωρίς εμένα
 

ΝΑΝΑ ΤΣΟΓΚΑ

Μες στο χορό των άστρων
παιδιά θα φύγουμε με τη χαρά
και με τις λύπες αγκαλιά.
Και τις καρδιές σπασμένες.
 

ΝΕΝΑ ΦΙΛΟΥΣΗ

Πώς αγγίζει κανείς τη χώρα του
ξαφνικά στη μέση ηλικία
και του κόβεται η ανάσα
ακριβώς στα δύο; Έτσι.
 

ΤΖΟΥΛΙΑ ΦΟΡΤΟΥΝΗ

η αγάπη είναι αυτή που δεν αντέχεις
αυτή που αμύνεσαι
συστρέφεσαι γύρω από το οχυρό σου
καμιά φορά επιτίθεσαι κιόλας
 

ΛΙΝΑ ΦΥΤΙΛΗ

Σε βλέπω στον ύπνο μου
είσαι δεκάξι
με την παλιά φωνή,
το γέλιο σου το φωταγωγημένο
 

ΠΟΛΥ ΧΑΤΖΗΜΑΝΩΛΑΚΗ

Μετρά τα σποράκια βεβαίως
όπως τα θάβει ένα ένα
σαν αριθμημένα ποιήματα
για τον επιμελητή του μέλλοντος.
 

ALDA MERINI
Μετάφρ. ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΠΟΛΥΜΟΥ

Δεν έχω ανάγκη από χρήματα.
Έχω ανάγκη από ποίηση,
εκείνη τη μαγεία που καίει το βάρος των λέξεων,
που ξυπνά τις συγκινήσεις και φέρνει καινούργια χρώματα.
 

MARIANNE MOORE
Μεταφ. Βικτωρία Καπλάνη

η δική μου ευχή… Να ήμουν, λέει, δράκοντας
το σύμβολο της Ουράνιας Εξουσίας – μικρός
σαν μεταξοσκώληκας ή και πελώριο ερπετό ενίοτε αόρατος
Φαινόμενο που πετυχαίνει το στόχο του!