ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΑΛΛΙΔΗΣ

O Ανδρέας Γεωργαλλίδης σπούδασε Παιδαγωγικά, Ιστορία-Αρχαιολογία και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου. Aκολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Paris Ι-Panthéon-Sorbonne και έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα στη Φιλοσοφία από το Πανεπιστήμιο του Sussex (UK). Εξέδωσε επτά ποιητικές συλλογές και το ποιητικό του έργο έχει μεταφραστεί και εκδοθεί σε δεκαέξι γλώσσες. Έχει συγγράψει, μεταφράσει και επιμεληθεί βιβλία φιλοσοφίας. Το 2019 τιμήθηκε στο Παρίσι με το Diplôme de Médaille d’Argent από τη Διεθνή Ακαδημία Arts-Sciences-Lettres και το 2021 του απονεμήθηκε, στην Ιταλία, το Χρυσό Μετάλλιο Kimerik. Είναι μέλος, μεταξύ άλλων, στους φιλοσοφικούς οργανισμούς The Royal Institute of Philosophy και British Wittgenstein Society και στους λογοτεχνικούς οργανισμούς Société des Auteurs Poètes de la Francophonie, La Société Arts-Sciences-Lettres, La Société des Études néo-helléniques και United Poets Laureate International.

.

.

ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΔΕΙΟ, 2018

Από την Εισαγωγή του βιβλίου

Αυτό το βιβλίο αποτελείται από μετρημένες λέξεις, οι οποίες δεν κατόρθωσαν να συναντηθούν σε στίχους ενός ποιήματος, στίχους που να μιλούν αληθινά για τον εαυτό τους. Συνεπώς, οι αντι-στίχοι του βιβλίου αυτού, δεν φιλοδοξούν την κατανόησή τους και δεν διεκδικούν καμιά φιλοξενία στον χώρο του νοήματος. Αφού λοιπόν ο αναγνώστης αναγνωρίσει αυτήν την ανυποχώρητη ιδιαιτερότητα, είναι δυνατό να υποψιαστεί πως μπορεί να δραπετεύσει αμετανόητα από εκείνο το άπειρο δάσος των θολών σκιών του Είναι.

Ξαναστέκομαι για λίγο. έξω από τη σιωπή μου, για να σιωπήσω πολύ …

αντι-στίχοι από το βιβλίο

ξανάρχομαι ελάχιστα λίγο, φορώντας κατάσαρκα.
την ιδιότητα του ξένου

[…]

κομμάτια σ ι ω π ή ς, μιας βαθιάς ανείπωτης γραμματικής

[…]

λίγο αδιατίμητο χάος.
ένα οικόπεδο στον αέρα να καίγεται ανάποδα

[…]

…το σκοτάδι αυτού του άμετρου φεγγαριού,
δεν ζωγραφίζεται στον χώρο

[…]

έξω από το «είναι» του ε ί ν α ι, ένα άλλο είναι

[…]

μετά το μ ε τ ά;

[…]

στον χώρο των αφαιρέσεων αυτοπροαφαιρούμαι –
ψαράς μιας στεγνής θάλασσας.
ξανασκάβω το καθαρό νερό

[…]

το έλεος αυτής της μη-άδειας σιωπής
δεν έχει άφεση… οι αντι-στιγμές του δήθεν χρόνου

[…]

υπό ανέγερση η ιδέα μιας αλήθειας – ύστερα.
τέλος να μην υπάρχει, ένα εσύ

[…]

επικρατούσα τιμή: ένα πουλί δραπέτης
ενός άπειρου δάσους

[…]

ακούγοντας το φως να γλιστρά.
κανένας στίχος (ούτε λέξη, ούτε φθόγγος)

[…]

αντι-λέξεις και αντι-ύλη – ένα περιορισμένο όλο –
λίγο χάος, ένα συγύρισμα βουβό

[…]

η δύσκολη αντίστιξη
δύο συμφωνημένων σιωπηρών σιωπών

[…]

το απρόσιτο τετράγωνο των σκιών
και η ματαιοδοξία ότι η ανακρίβεια των μετρήσεων
θα φροντίσει τον εαυτό της

[…]

αυτοεξόριστος
με ένα αντίδοξο αντι-ποίημα για αποσκευές

[…]

η α-νοητότητα των λέξεων –
η κραυγή μιας υπερκαθαρής λογικής ασάφειας

[…]

η ακριβή καπαρντίνα και η αδιάκριτη βροχή –
ένα περπάτημα βουβό μέσα στο θορυβώδες τρένο –
τα αδιασάφητα ενός αληθινού αντιρρησία

[…]

τα ψευδοερωτήματα και οι δήθεν σκεπτόμενοι –
μια κακή εκτέλεση βιολιστή

[…]

η ανεικονική απομόνωση – ποιο είναι το ερώτημα;
Αντιπλέω των σκιών του άδειου

[…]

η παρα-αναπαράσταση του ψεύτικου
και το εν δυνάμει μετα-αληθινό

[…]

ο ήχος των Μεγάλων αριθμών και ο συντελεστής
της απόλυτης μεταφυσικής αφαίρεσης

[…]

στη Βιέννη μια συνάντηση –
όλο το μυστήριο σε ένα σχεδόν άδειο σπίτι –
ένα χαλασμένο πιάνο

[…]

μια α κ ρ ι β ή ς ακυρολεξία.
να προσέχεις τα στολίδια και τα υπόγεια βουνά

[…]

10.10.14: μια αληθινή διασαφήνιση μιας θολής
έννοιας – Gegenstand – δεν μπορώ να εξηγήσω –
χώμα (σχεδόν pianissimo)

[…]

η σιωπή
δεν μπορεί να μιλήσει για τον εαυτό της (mezzo piano)

[…]

η ανακατανομή του άδειου
και ο πλούτος της έννοιας της έννοιας
του ασθενούς τίποτα

[…]

η ενασχόληση με τα απρόσιτα συρτάρια
του χρώματος – τούτο αυτό, εκείνο ή το άλλο;

[…]

αυτό το πιάνο χρειάζεται περισσότερα χέρια

[…]

κρατάω το νόημα της α-νοησίας
εκείνων των δήθεν μεγάλων πραγμάτων

[…]

τα συμφραζόμενα μιας καταδίκης κ.λπ

[…]

ψάχνοντας την εικόνα της αντι-εικόνας
έμαθα να μην βάζω ζάχαρη στον καφέ

[…]

ξαναφεύγω ελάχιστα λίγο
με την ιδιότητα του αληθινά αληθινού ξένου

.

ΧΡΩΜΑΤΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ, 2007

ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ

Ανανεώνω
τις σιωπηρές μου συμβάσεις
διαγράφοντας τον ήχο.
Η σιωπή δεν παραφράζεται
όταν οι έννοιες
έχουν αληθινό βάθος

ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΜΗ-ΛΟΓΙΚΑ ΧΡΩΜΑΤΑ

Δεν υπάρχουν λογικά χρώματα
σε τούτο το φως
ούτε αναπαραστατικά μέσα
που να καθρεφτίζουν την επαύξηση του χρώματος
Υπάρχουν μόνο δύο σκιές ζωγραφισμένες
του ίδιου μη-λογικού χρώματος

ΧΩΡΙΣ ΠΑΛΤΟ

Mου λες
να βάλω το παλτό σου.
Μα – δεν χιονίζει πια το καλοκαίρι
Μου λες
να κουβαλήσω πέτρες
και να φτιάξω
τον νόμο της επαγωγής
των άστατων χρωμάτων
Μα – τα πινέλα τα φοβάμαι

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΕΝ

Ψάχνεις να βρεις την άρνηση,
γιατί γνωρίζεις πως
το «είναι» δεν είναι το δεν «είναι».
Το «είναι» είναι «είναι».

ΜΙΑ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ψυχροί άνθρωποι
άγγιξαν θερμά χρώματα
και κάηκαν

ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ

Αποστέλλω λοιπόν
ένα παράθυρο κενού
στη σιωπή της σιωπής.
Ας προσπαθήσει ο παραλήπτης
να αναγνώσει
τούτη τη λευκή σελίδα
και με υπομονή
να μετρήσει
τις τόσες ανύπαρκτες λέξεις της.

ΠΕΜΠΤΗ ΕΠΟΧΗ

…σημειώνομαι
για να μην τρομάζω
την πέμπτη εποχή.
Κρατάω την ανυπαρξία του χρόνου
αναβάλλοντας έτσι
την τακτοποίηση των γεγονότων
σε μια αχρείαστη σειρά.
Άτακτα λοιπόν τα γεγονότα,
ώστε επίλογος
να μην υπάρχει…

ΑΣΤΕΓΟΣ

Τα λόγια σου πέτρες
κι εγώ
ο χειρότερος οικοδόμος.

ΕΤΣΙ

…αν ήξερα το σχήμα του ουρανού
θα σε ζωγράφιζα
με χρώματα γαλάζια…

ΑΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ

Ανταμώνομαι στο τέλος του χρόνου
εκεί,
όπου η αλήθεια
αρνείται τις μεταμφιέσεις.
Έτσι ορίζομαι,
στην αδυνατότητα της ασάφειάς μου.

ΣΟΛΙΣΤ

Κανείς δεν πήγε στο κονσέρτο.
Μα ο σολίστ έπαιξε
ωσάν να ήτανε παρούσες δύο ανθρωπότητες
Το χειροκρότημα ακούστηκε, ακούγεται ακόμα.
Οι αποστάτες του ήχου αυτού
πολύ θα ήθελαν να ήτανε παρόντες
Κανείς δεν πήγε στο κονσέρτο.
Μα ο σολίστ έπαιξε

ΕΥΡΥΧΩΡΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ

Κέρδισε
επάξια το περιθώριό του,
ώστε να μπορεί
να φιλοξενηθεί στον χώρο.

Η ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΡΕΦΤΗ

…χρώματα απέναντι
φτιαγμένα να ταιριάζουν
αφέθηκαν
να ακουμπήσει το ένα το άλλο
μέσα στη συμφωνία μιας σιωπής,
το φως να καθρεφτίζεται
σκιές να υπάρχουν
εσύ

ΤΟΠΙΟ

Τοπίο φτιάχνω
με αντίστροφη προοπτική
τη σιωπή

.

ΚΛΕΙΔΩΜΕΝΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ, 2003

ΦΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ

,γράφω
για τις φασματικές τιμές των πραγμάτων.
Για τα χρώματα εκείνα
που λόγω ανάμειξης – δεν ξεχωρίζουν
Για τους ήχους εκείνους
που λόγω φύσης – δεν αναγνωρίζονται
Για εκείνο το Απόλυτο το οποίο αποτελεί,
το ίδιο το Φάσμα

ΑΦΙΛΟΞΕΝΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ

Προσθέτω, λίγο ουρανό στη σκέψη μου
και ταξιδεύω – εκεί – που με ορίζω.
Κλειδώνομαι στις αφιλόξενες θάλασσες
και παρασέρνω τα κύματα στον ναό της σιωπής.
Πλήθος οι ρόλοι.
Μα το ξέρεις,
υπάρχω όσο δεν συμμετέχω στο μύθο.
Πλήθος οι ρόλοι.
Μα το ξέρω,
ο καλύτερος παρατηρητής
δεν βλέπει μόνο με τα μάτια.

ΑΦΘΟΝΙΑ ΣΤΙΓΜΗΣ

Αποπλανώ τις ανακρίβειες σου
αναδιπλώνοντας – έτσι – την αφθονία της στιγμής.
Οι σιωπές σου
ενισχύουν την τραγικότητα του Είναι,
αλλά κανένα αύριο δεν συνθέτει το παρόν.
Τα όμοια μοιάζουν της ομοιότητάς τους,
αλλά η ομοιότητα
δεν μοιάζει με αυτά.

ΑΘΡΟΙΣΜΑ ΚΕΝΩΝ

Πώς βλέπω αυτό που ακούω
θα το πω με τα μάτια
όταν θα χαϊδέψω τα δικά σου χέρια
που ποτέ δεν πρόσεξες,
γιατί συνήθιζες να τα κρύβεις
στις τσέπες του κενοί) σου.

(ΑΦΗΡΗΜΕΝΑ)

Συμπληρώνομαι στην απουσία του υπολοίπου.
Ας μου επιτραπεί λοιπόν – να κοιτάζω,
εκείνο το μέρος του ουρανού που μ’ αφορά.

Η ΑΚΑΤΑΣΤΑΣΙΑ TOΥ ΕΙΝΑΙ

Συμφωνούμε με μια πραγματικότητα
την οποία
είτε επιλέγουμε
είτε μας επιβάλλεται.
Τις υπόλοιπες πραγματικότητες
τις οποίες
ούτε επιλέγουμε
ούτε μας επιβάλλονται,
ας έχουμε τουλάχιστο τη διάθεση εκείνη
να τις σεβαστούμε.
Έτσι,
συμφωνούμε
στη συμφωνία της μιας πραγματικότητας,
της δικής μας,
αλλά και στη συμφωνία
της πραγματικότητας των άλλων.
Φτιάχνουμε,
το πέπλο της γνώσης μας
καθώς επίσης και της άγνοιάς μας.

ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΗΘΕΝ

Η αβεβαιότητα του παρελθόντος
σκιαγραφεί μη παρατηρήσιμα
όλες τις κλειδωμένες θάλασσες.
Τον αόριστο
κανείς δεν τον γνωρίζει πλήρως,
όπως άλλωστε και τον ενεστώτα.
Η γνωριμία μας με αυτούς τους χρόνους
αποτελεί γεγονός – εντελώς συμπτωματικό.
Λέγεται κατά το δήθεν
πως έτσι λέμε πράγματα.
Συνδέουμε τα γεγονότα επιλεκτικά
και κατόπιν,
φωνάζουμε την επιλεκτική μας αλήθεια.

ΓΥΜΝΕΣ ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΕΙΣ

Πώς να ξεδιψάσεις
απ’ το θολό ποτάμι;

ΕΥΘΡΑΥΣΤΑ ΣΩΜΑΤΑ

Όλα λοιπόν,
δεν αγγίζονται
με τον ίδιο τρόπο.

Α ά Ν ν Θ θ Ρ ρ Ω ω Π π Ο ο Σ ς

Πίσω από έναν ΑΝΘΡΩΠΟ
κρύβεται ένας άνθρωπος.
Πίσω από έναν άνθρωπο
κρύβεται ένας ΑΝΘΡΩΠΟΣ.

ΚΟΚΚΙΝΟ ΔΑΣΟΣ

Οδηγήθηκε κάποτε σε ένα δάσος
με δέντρα – ιδέες
και πουλιά – που δεν πετούσαν.
Ανέπνεε το φως των ματιών της
και ταξίδευε τη σιωπή του τόσο
όσο να την ακούει.

ΣΕ ΜΗ ΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ

Η θάλασσα που ψάχνω
δεν είναι από νερό φτιαγμένη.
Δεν μετακινεί κανένα κύμα
ούτε φοβάται τη στεριά.
Είναι μια θάλασσα κτισμένη
για να πατήσεις – να πετάξεις
εκεί που φεύγουν τα πουλιά

Ο (ΕΒΔΟΜΟΣ) ΣΤΙΧΟΣ

Στον έβδομο στίχο, γράφω την αλήθεια.
Δεύτερος στίχος
Τρίτος στίχος
Τέταρτος στίχος
Πέμπτος στίχος
Έκτος στίχος

Όγδοος στίχος

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Πρόχειρα,
δεν μπορώ
να σε θυμάμαι.

ΟΡΙΑΚΕΣ ΑΝΤΟΧΕΣ

Κοιτούσαμε τη θάλασσα
ώσπου
μας έπνιξε

.

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΕΣ ΗΜΙΕΥΘΕΙΕΣ, 1998

ΤΟ ΠΕΝΤΑΓΡΑΜΜΟ

Τύλιξα τη σιωπή μου
μέσα σε ένα πεντάγραμμο
ώστε να σε κρατήσει η θύμησή μου
όπως θυμάται η επόμενη νότα την προηγούμενη.
Έτσι φευγαλέα, αλλά με επαναλήψεις.

ΔΥΟ ΚΕΡΙΑ

Δυο κεριά
που ποτέ δεν έδωσαν
τη φλόγα τους
αλλά ονειρεύτηκαν το σβήσιμό τους,
ειρωνεύονται το φως.
Ίσως γιατί τους στέρησαν το σκοτάδι
και αφέθηκαν
να στολίζουν το έπιπλο.

ΑΠΛΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ

Αναδιπλώθηκαν οι θερμοκρασίες
και το δωμάτιο βυθίστηκε
μέσα σε κάτι λέξεις αδιέκβατες.
Η περιστροφή τους ήταν άρυθμη
εξαιτίας της απουσίας τους
από τον χορό της αποκάλυψης.
Αδιεξίτητες λέξεις
που ούτε συστέλλονται
ούτε διαστέλλονται.
Απλά υπάρχουν.

ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ

Αγκαλιά η νύχτα
με το κερί κρυφοκοιμάται.
Αγυρτεία η συνάντησή της με το φεγγάρι.
Η εγκατάλειψη είναι που φέρνει τον πόνο!
Γράφω για κείνο το φεγγάρι
που δε φάνηκε ποτέ.
Για μια άχρωμη αναμονή.
Κανένα εισιτήριο δεν κόπηκε για μένα.
Μα στο ταξίδι πήγα
έστω και χωρίς αποσκευές.
Καληνύχτα!
Εκείνα τα φύλλα του φθινοπώρου·
ποτέ δεν τα πήρε ο άνεμος…

ΠΑΓΩΜΕΝΟ ΚΕΝΟ ΣΤΟΥΣ 516º C, 2001

ΤΟ ΧΑΟΣ ΡΑΓΙΖΕΙ

Διαφεύγω και αντιστρέφομαι
παγιδεύομαι στο υπερπλήρες κενό.
Ραγίζομαι μέσα στην τάξη του χώρου
και συνενώνομαι μέσα στο χάος.
Ο χρόνος που χάθηκε
δεν χρεώνεται
και οι χωροχρονικές σήραγγες
τείνουν να τον χρεώνουν.
Ο απόλυτος χώρος κατακερματίζει
το ελαφρύ φως
και το κβαντικό παράδοξο
θα υφίσταται έως εκεί,
λίγο πιο κάτω ακόμα.

ΟΡΘΙΑ ΚΤΙΡΙΑ

Με έπαρση τα παράθυρα
στέκονται κλειστά,
κουβαλώντας πάντα
το αίσθημα της ευθύνης του κλεισίματος.
Υπηρετούν τη διατήρηση
της συσκότισης του δωματίου.
Υπηρετούν τη διατήρηση της περιέργειας
των περαστικών,
που στέκονται επίμονα να τα κοιτάζουν.
Υπηρετούν την αρχιτεκτονική αισθητική
ενός παλαιού κτιρίου.
Η άρνηση δεσμεύει.

ΜΑΓΜΑ

Το λεπτό σεντόνι
καλύπτει το «παρόν»
και επισκιάζει
όλους τους άλλους χρόνους, υπαρκτούς και μη.
Λες και ζήσαμε κάποτε
και δεν το μάθαμε.
Λες και γελάσαμε παράλληλα
ξεχνώντας το χαμόγελό μας.
Λες και δώσαμε υποσχέσεις
και τώρα δικαζόμαστε.
Αναληθείς και ένοχοι κριθήκαμε
και την αιτία δεν τη μάθαμε ποτέ.
Οι πραγματικότητες υπάρχουν
και οι άνθρωποι
βιώνουν τα καμώματά τους!

ΑΠΟΛΥΤΟ

Φτάνει, ο όρκος των ματιών
και περισσεύει.
Αβέβηλη η σιωπή ηχογονεί
και υποκλίνεται στο συναπάντημα χωρίς αναλογίες.
Ο ύπνος δεν κοιμάται
και το λευκό κρασί
γεύεται τα χείλη του,
αποκτώντας έτσι το χρώμα που του ταιριάζει.
Κ’ ύστερα
διερωτάται κανείς
αν το επεισόδιο τούτο συνέβηκε τυχαία
αφού το υποκείμενο
αγνόησε την έννοια του απολύτου.

ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Αυτή η σιωπή
δεν απαντά σε ερωτήσεις.
Υποβάλλει ερωτήματα
απορρίπτοντας τον ήχο.

ΕΥΘΕΙΑ ΜΕ ΓΩΝΙΕΣ

Η ζωή κοιμάται
για να ονειρεύεται.
Το παραμύθι της προσφέρεται
σε όσους έμαθαν
να τη νανουρίζουν!

ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

Έστω και το τελευταίο φως
θα κουβαλά το θα…
Ανυπαρξία μεν, αυτόπτης δε.
Έστω.

ΠΡΟΣΩΠΑ

Μια καρέκλα κενή
συντηρεί την παρουσία σου.
Μια υπόκαυστη σιωπή
συνοδεύει τη δυσάρεστη συμφωνία.
Ένας μικρός αναληθής ουρανός
διεξάγει τη συντηρητική του επανάσταση.
Μια καρέκλα κενή.
Δυο καρέκλες κενές.
Όλοι παρόντες.

ΠΕΤΡΙΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Αντιστρέψιμος ο χρόνος
και η απουσία σου
δηλώνει ναυάγιο πολέμου.
Αδόκιμος ο πόλεμος.
Έγκλημα η παύση.
Κόλαση ο φόβος.
Το πλοίο το δικό μας δεν ναύλωσε.
Καμιά θάλασσα δεν άντεξε να το σηκώσει.
Μια πέτρινη θάλασσα ο ορίζοντας
και το ταξίδι να την περπατά.

ΑΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ

Δ’

Καθρεφτίζομαι,
και βλέπω τα μάτια σου
για να ξεχνιέμαι στο εμείς.
Νανουρίζομαι με το φεγγάρι
και χαϊδεύω τα άστρα του γιατί.
Κλαίω για τη σχάση του φωτός.
Κλαίω για το διαθλώμενο αίσθημα.
Σκέφτομαι αν τελικά
αναπνέουμε το ίδιο οξυγόνο.
Καθρεφτίζομαι
και βλέπω τα μάτια μου για να διαβάζω το εγώ.
Ένα εγώ, ένα εμείς
πώς μπορούν να χωρέσουν σε έναν καθρέφτη;
Δεν είναι ερώτηση αυτή.
Κι όμως!

Θ΄

Ζητάμε το φεγγάρι
που θα μας κρυώσει.
Όχι γιατί αρεσκόμαστε στο κρύο,
αλλά γιατί έχουμε βαρεθεί τον ήλιο της απόστασης.
Φαινόμενο σχετικό βέβαια,
μια ασυνέχεια κλειστής περιοχής,
με μαθηματική ελπίδα.
Χάρτης, χωρίς κλίμακα.

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΔΕΙΟ

(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΚΡΙΤΙΚΩΝ)

ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΤΖΟΥΛΗΣ

Τεκτονημένες σκέψεις μεταξύ ποίησης και αντι-ποίησης.

Διόραμα (2019)

[…] Τα φιλοσοφικά αναγνώσματα που «μοιραία» επηρεάζουν – όχι βέβαια υπό το φάσμα μίας άγονης επίδρασης – την ποίησή του, μετατρέπουν τον «ποιητή του κενού» σε «ποιητή της σιωπής και της ακέραιας λέξης», αφού μέσα από μίαν κενο-φανή πορεία φαίνεται να αναζητεί το Υψηλό και το Απόλυτο αντιμετωπίζοντάς τα με δέος και σιωπή και υποχωρώντας καταθέτοντας Απόλυτες λέξεις που φέρουν Υψηλά νοήματα, λέξεις-σκέψεις και λέξεις-εικόνες.

O ίδιος ο ποιητής επισκιάζει με το προλογικό σημείωμά του κάθε ερμηνευτική απόπειρα, οδηγώντας στην πράξη μίας υπό όρους παρουσίασης – και όχι ερμηνείας – του περιεχομένου της συλλογής:

«Αυτό το βιβλίο αποτελείται από μετρημένες λέξεις οι οποίες δεν κατόρθωσαν να συναντηθούν σε στίχους ενός ποιήματος, στίχους που να μιλούν αληθινά για τον εαυτό τους. Συνεπώς, οι αντι-στίχοι του βιβλίου αυτού δεν φιλοδοξούν την κατανόησή τους και δεν διεκδικούν καμιά φιλοξενία στον χώρο του νοήματος. Αφού λοιπόν ο αναγνώστης αναγνωρίσει αυτήν την ανυποχώρητη ιδιαιτερότητα, είναι δυνατό να υποψιαστεί πως μπορεί να δραπετεύσει αμετανόητα από εκείνο το άπειρο δάσος των θολών σκιών του Είναι».

Με μίαν τόσο πυκνή σε περιεχόμενο εισαγωγή, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η “ασφαλέστερη” οδός για την εξέταση της εν λόγω ποιητικής συλλογής είναι τα βήματα που δίνει ο ίδιος ο ποιητής, εάν βέβαια γίνει δεκτό ότι τα όσα καταθέτει δεν έχουν ως στόχο να συσκοτίσουν παραπλανητικά την ερμηνευτική προσπάθεια.

Είναι προφανές ότι η ανάγνωση οφείλει να έχει ως οδηγό κάποιες συγκεκριμένες αλήθειες που αναδύονται μέσα από το εισαγωγικό σημείωμα. Πρόκειται για «μετρημένες λέξεις» – ακριβέστερα βυθομετρημένες και υψομετρημένες λέξεις – που ενώ συνθέτουν (τις περισσότερες φορές και όχι πάντοτε) λιτούς στίχους, αυτοί λειτουργούν ως αντι-στίχοι, αφού αδυνατούν να συνυπάρξουν σε ένα τέτοιο σύνολο που να συνθέτει ένα ενιαίο ποίημα και να φιλοξενεί ένα συγκεκριμένο και ολοκληρωμένο νόημα, με τους όρους μίας κοινά αποδεκτής ποίησης. Αν όντως είναι έτσι, τότε πώς οι μετρημένες αυτές λέξεις μπορούν να λειτουργούν σε άμεση συνάφεια με τον προσδιορισμό και τον επαναπροσδιορισμό του Είναι, όπως υπονοεί το πιο πάνω εισαγωγικό σημείωμα; Αυτή είναι μία εκτίμηση του ίδιου του ποιητή, ο οποίος ομολογεί, στο πιο πάνω σημείωμα, ότι «οι αντι-στίχοι του βιβλίου αυτού δεν φιλοδοξούν την κατανόησή τους και δεν διεκδικούν καμιά φιλοξενία στον χώρο του νοήματος» […]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

Διόραμα (2018)

Το κενό-καινό σκοτάδι της ποίησης

[…] Ο ποιητής, λοιπόν, κατά τον Ανδρέα Γεωργαλλίδη, βουτηγμένος στη σιωπή επιχειρεί συνεχώς και συνειδητά την αναδιατύπωση του αρρήτου. Επιχειρεί, με άλλα λόγια, να καταγράψει μια εύθραυστη αλήθεια που βρίσκεται πάντα πίσω από το σιωπηρό μυστήριο ή το κενό αίνιγμα που κανείς δεν έλυσε και η οποία καταλήγει να γίνει η δημιουργική πνοή, το έναυσμα για να ανακαλύψουμε την ουσία της ύπαρξης μας· αυτή την ουσία που διαρκώς διαφεύγει, μεταλλάσσεται και παραμένει τελικά το ζητούμενο […]

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΥΑΡΗΣ

ΔΙΑΛΟΓΟΣ 7/2018

[…] Δύσκολη και απαιτητική η συνύπαρξη φιλοσοφίας και ποίησης. Δύο θεότητες που μπορούν σ’ ένα ποιητή να δώσουν την αθανασία, αλλά δύνανται και να τον ρίξουν στο βάραθρο, καταματωμένο και άδοξο.

Την εύνοια των θεοτήτων επιζητά να αποσπάσει η ποιητική συλλογή «ελάχιστα περισσότερο άδειο» (εκδόσεις Ίαμβος 2018) που προστέθηκε πρόσφατα στο δύσβατο ποιητικό πεδίο. Η συλλογή αποτελεί πόνημα του ποιητή που ακούει στο όνομα Ανδρέας Γεωργαλλίδης και ο οποίος με ευγένεια και ευψυχία για έβδομη φορά καταθέτει δείγμα «αντι-ποίησης».
Συνυφαίνοντας την αφαιρετική εικονοποιεία με την εσωτερική μουσική των αντι-στίχων και τη λεκτική λιτότητα, ο ποιητής «ως ψαράς μιας στεγνής θάλασσας», όπως γράφει σε ποίημα, αλιεύει συναισθήματα, ενθυμίσεις, ανακλήσεις φιλοσοφιών ευδόκιμων επεξεργασιών, ευφρόσυνες πνευματικές συγκινήσεις σαν πλανητικές στάλες αλήθειας και περίσκεψης στον καύσωνα του 21ου αιώνα. Έμμεσες πλην ευδιάκριτες γίνονται οι κοινωνικές αναφορές της ποιητικής του Γεωργαλλίδη («η σιωπή/ δεν μπορεί να μιλήσει για τον εαυτό της [mezzo piano]», «η ανακατανομή του άδειου/και ο πλούτος της έννοιας της έννοιας/ του ασθενούς τίποτα», «αίσθηση/ υπηρετώντας το χάος προσευχήθηκα σε μια τρικυμία»). Συνυπάρχουν με αναφορές σε πρόσωπα και θεωρίες της Επιστήμης, της Επιστημολογίας, της Φιλοσοφίας.

Οι αντι-στίχοι, παρά την επιγραμματικότητα, διαθέτουν βάθος και βάρος ειδικό. Ο ίδιος ο δημιουργός σημειώνει, μεταξύ άλλων: «Αυτό το βιβλίο αποτελείται από μετρημένες λέξεις, οι οποίες δεν κατόρθωσαν να συναντηθούν σε στίχους ενός ποιήματος, στίχους που να μιλούν αληθινά για τον εαυτό τους». Προτρέπει, τρόπον τινα, τον αναγνώστη: «οι αντι-στίχοι του βιβλίου αυτού δεν φιλοδοξούν την κατανόησή τους και δεν διεκδικούν καμιά φιλοξενία στο χώρο του νοήματος». Κι αυτή η σκέψη αποτελεί την αφετηρία μιας ειδικής πνευματικής παρέμβασης στα κοινωνικά και επιστημονικά συντελούμενα γεγονότα. Συνεχίζει μέχρι την υπαρξιακή εξατομίκευση του συλλογισμού: «Αφού ο αναγνώστης αναγνωρίσει αυτήν την ανυποχώρητη ιδιαιτερότητα, είναι δυνατό να υποψιαστεί πως μπορεί να δραπετεύσει αμετανόητα από εκείνο το άπειρο δάσος των θολών σκιών του Είναι» […]

ΜΑΡΙΑ ΣΓΟΥΡΙΔΟΥ

Η ποιητική μαρτυρία του Α. Γεωργαλλίδη αποδεικνύεται άξια ενδιαφέροντος και προσοχής. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο ποιητικό λόγο, ο οποίος επιβεβαιώνει τη βαθιά σχέση ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία. Ο ποιητής ασχολείται και περιγράφει ταυτόχρονα το μέσο που χρησιμοποιεί για να εκφράσει τις ιδέες του, δηλαδή τη γλώσσα. Μέσα από το Eλάχιστα Περισσότερο Άδειο υπάρχει η στενή αντιστοιχία και η καθοριστική αλληλεπίδραση μεταξύ του λεξιλογίου και του σημασιολογικού επιπέδου της ποίησης. Η αφαίρεση, ένα κρίσιμο στοιχείο των αντι-στίχων, αναφέρεται στην επίπονη, υπομονετική αλλά πάνω απ’ όλα ουσιαστική εργασία του δημιουργού, ο οποίος, αναζητώντας τις δυνατότητες και τα όρια του γλωσσικού εργαλείου, ορίζει επίσης τα δικά του. Το αποτέλεσμα είναι μάλλον συναρπαστικό: ένα λιτό, σχεδόν αυστηρό αλλά πυκνό ποιητικό τοπίο, γεμάτο με μεγάλο σημασιολογικό βάρος, το οποίο βρίσκεται σε ισορροπία ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, την κραυγή και τη σιωπή, το έντονο χρώμα και την απόλυτη έλλειψή του. Ένα ποιητικό τοπίο που θα μπορούσε να συνδεθεί στενά με τη σύγχρονη μεταφυσική ζωγραφική, αυτή των αφηρημένων καλλιτεχνών ή με την έρευνα του Giorgio Morandi: Ο καλλιτέχνης καθορίζει και ορίζει το νόημα, την αξία και, παράλληλα, διεξάγει μια καταλυτική διαδικασία, η οποία είναι ταυτόχρονα εποικοδομητική γιατί αποδεικνύει την επιβίωση του χώρου πέρα από τα όρια και δίνει το χώρο της συνείδησης ως μια συγκεκριμένη, υπάρχουσα πραγματικότητα.

Στο oπισθόφυλλο της ιταλικής μετάφρασης με τον τίτλο poco più vuoto (Patti: Casa Editrice Kimerik 2020).

ΑΓΓΕΛΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ

Διόραμα, τευχ. 30-31 (2020)

Μεταφράζοντας εικόνες και αντι-εικόνες στην ποίηση του Ανδρέα Γεωργαλλίδη», σ.55.

[…] Το γεγονός ότι το βιβλίο αυτό, σύμφωνα με τον ποιητή, αποτελείται από διάσπαρτες λέξεις που δεν κατάφεραν να συναντηθούν ανάμεσα σε στίχους ενός ποιήματος, δηλώνει τη δυσκολία της μετάφρασης από τη μία γλώσσα στην άλλη χωρίς να απομακρυνόμαστε από το ιδιαίτερο ύφος του ποιητή. Αυτές οι λέξεις ή «αντι-στίχοι» όπως ο ποιητής τις χαρακτηρίζει, απέτυχαν να συναντηθούν σε ένα ποίημα, αλλά, ως μεταφραστής, θα μπορούσα να αναμοχλεύσω τη συνέχεια μεταξύ αυτών των «αντι-στίχων». Αυτή η συνέχεια θεώρησα ότι θα έπρεπε να διατηρηθεί στη μετάφραση, κάτι το οποίο ενεθάρρυνε να αναδυθούν ιδιαίτερες δυσκολίες. Ο Α. Γεωργαλλίδης χρησιμοποίησε ένα πολύ ακραίο λεξιλόγιο που με ώθησε να βρω ισοδύναμους όρους στα γαλλικά ώστε να αποκαλύψω στους αναγνώστες τη δύναμη αυτών των «αντι-στίχων» και την επιρροή τους στην ανθρώπινη ψυχή. Αυτή είναι επίσης μία παρατήρηση του Άγγελου Ευαγγέλου την οποία κατέγραψε στον πρόλογο του ως μεταφραστής της αγγλικής έκδοσης αυτού του βιβλίου.

Η χρήση του προθέματος «αντι» από τον ποιητή για να δείξει, ίσως, μία αντίθεση, ήταν δύσκολο να μεταφραστεί. Ακόμα κι αν υπάρχει το πρόθεμα «anti» στα γαλλικά, υπήρξαν φορές που χρησιμοποιούσα τη λέξη «contre» αφού θεώρησα ότι ήταν πιο συνεπής («contre-chant» / «αντίστιξη», «contre-mots» / «αντι-λέξεις»). Λέγεται ότι η μετάφραση δεν πρέπει να γίνεται κατά λέξη, αλλά υπήρξαν περιπτώσεις που αυτό ήταν αναπόφευκτο, διότι σε κάποια σημεία η μετάφραση λέξη προς λέξη ήταν η πλέον κατάλληλη.

Ο ποιητής έδωσε φωνή στη σιωπή ή χρώμα στο σκοτάδι ή το αντίστροφο. Αναφέρεται στη πιο σιωπηρή σιωπή. Δημιουργεί σκιώδεις εικόνες που μετακινούν άλλες σκιές και κάνει λόγο για σιωπηρές σκιές. Όλες οι εικόνες (και οι αντι-εικόνες) που δημιουργούνται με τη γραφή του Α. Γεωργαλίδη, μου φάνηκε ότι ήταν μία πρόκληση για να τις μεταφράσω. Προσπάθησα να βρω λόγια για να προβάλω αυτές τις εικόνες και τις αντι-εικόνες στον αναγνώστη, όπως κάνει ο ίδιος ο ποιητής.

Όλες αυτές οι σουρεαλιστικές εικόνες φαίνεται να υπάρχουν στην πραγματικότητα, χάρη στον ποιητή που μας πείθει ότι είναι εικόνες μίας καθημερινής ζωής ή εικόνες που είδε κάπου («το φως που γλιστρά» / « la lumière qui glisse »). Ο ποιητής αναφέρεται στην πραγματική ζωή συνδυάζοντας συγκεκριμένα πράγματα-γεγονότα («ο κρύος καφές στην Place de la Sorbonne» / « le café froid sur la Place de la Sorbonne ») με αφηρημένα πράγματα-γεγονότα («ένα οικόπεδο στον αέρα να καίγεται ανάποδα» / « un terrain dans l’air se brûlant à l’envers »). Έτσι ενθαρρύνεται η ιδέα ότι η ρεαλιστική διάσταση και η αντι-ρεαλιστική διάσταση έχουν τη δυνατότητα συνύπαρξης σε δεδομένο χώρο και χρόνο […].

Ευαγγέλου, Σ., «ελάχιστα περισσότερο άδειο – à peine plus vide – Μεταφράζοντας εικόνες και αντι-εικόνες στην ποίηση του Ανδρέα Γεωργαλλίδη», διόραμα, τευχ. 30-31 (2020), σ.55.

ΕΛΕΝΗ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ

Στη συλλογή συμπυκνώνονται σκέψεις περί κόσμου και γλώσσας σε στίχους, οι οποίοι με την πρώτη ματιά φαίνονται να απεκδύονται παντός νοήματος. Πρόκειται για αντι-στίχους, όπως ο ίδιος ο Γεωργαλλίδης έχει διατυπώσει, για στίχους, οι οποίοι έρχονται ως συνέχεια της ακαδημαϊκής ενασχόλησης του ποιητή και οριοθετούν τη σχέση μεταξύ γλώσσας και κόσμου. Ήδη μέσα στον τίτλο είναι εγγεγραμμένη η προγραμματική της ποιητικής συλλογής: δίνεται λιγότερη έμφαση στο νόημα, πολύ περισσότερη στη σιωπή των λέξεων, σε αλήθειες ανεπίδεκτες να διατυπωθούν σε προτάσεις. Το πασίγνωστο απόφθεγμα του Βίτγκενσταϊν «Για όσα δεν μπορεί κάποιος να μιλά, θα πρέπει να σωπαίνει» ισχύει και για τον κύπριο ποιητή – μόνο που η δική του σιωπή αρθρώνεται στους στίχους της συλλογής. Εδώ ακριβώς έγκειται το επίτευγμα του Γεωργαλλίδη· με μαεστρία παντρεύει Φιλοσοφία και Λογοτεχνία και παρουσιάζει σε ύφος μινιμαλιστικό φιλοσοφικές αλήθειες σε στίχους ποιητικούς. Με τη βοήθεια του ταλαντούχου μεταφραστή, το έργο είναι τώρα προσβάσιμο και στη γερμανική γλώσσα.

Στο oπισθόφυλλο της γερμανικής μετάφρασης με τον τίτλο kaum leerer (München: Literareon – Utzverlag GmbH 2021)

M. PSHENYCHNA

Κυπριακή Εστία, τευχ. 4, 30-31 (2020)

Η ποιητική συλλογή του Ανδρέα Γεωργαλλίδη Ελάχιστα περισσότερο άδειο (Ίαμβος 2018) μπορεί να θεωρηθεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα της σύγχρονης λογοτεχνίας, καθώς απορρόφησε τις πολυάριθμες λογοτεχνικές τάσεις, οι οποίες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνδέονται με τον μεταμοντερνισμό («κρίση του είδους», «εξαφάνιση της πραγματικότητας», «κρίση της γλώσσας» κτλ.). Το κύριο γνώρισμα της ποιητικής συλλογής είναι η ελαχιστοποίηση, η «αναδίπλωση» του είδους που αποτελούν τις κύριες κατευθύνσεις στην αναζήτηση νέων μορφών στη σύγχρονη λογοτεχνία. Αυτό με τη σειρά του οφείλεται στη ριζοσπαστική κοινωνικοπολιτισμική κατάσταση στα τέλη του 20ου και στις αρχές του 21ου αιώνα, η οποία συνδέεται με την απόρριψη της κυριαρχίας των κανόνων και την αντικατάστασή τους με την ελευθερία έκφρασης του δημιουργικού ατόμου […].

Η ελεύθερη μορφή όχι μόνο δεν περιορίζει τον ποιητή στην έκφραση της σκέψης του, αλλά συμβάλλει επίσης στην αναδημιουργία μίας «προζαϊκής καθημερινότητας» της ανθρώπινης ύπαρξης. Στη σύγχρονη ποίηση δεν θα δούμε τον πομπώδη ρομαντισμό των προηγούμενων εποχών, καθώς οι σημερινοί ποιητές δεν τείνουν να μιλούν ούτε «για λογαριασμό της χώρας» ούτε «για λογαριασμό μίας γενιάς», αλλά «εκ μέρους των ιδίων». Έτσι, το έργο τους είναι γεμάτο με στοχασμούς πάνω στα συγκεκριμένα, ενίοτε βαθύτατα προσωπικά προβλήματα, μέσα από τα οποία όμως διαφαίνονται τα υπαρξιακά και οντολογικά ερωτήματα. Σε αυτό το σημείο μπορεί να διακριθεί μία σχέση της ποίησης του Α. Γεωργαλλίδη με το ποιητικό έργο της Κικής Δημουλά.

Οι Έλληνες κριτικοί της λογοτεχνίας, λόγω της «αφηρημένης οπτικοποίησης σε συνδυασμό με την αντι-ποιητική εσωτερική μουσική και τη λεκτική λιτότητα», βάφτισαν τη συλλογή στίχων «Ελάχιστα περισσότερο άδειο», ή μάλλον «αντι-στίχων», σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του ποιητή, «πρότυπο αντι-ποίησης», μαζί με άλλα ποιητικά έργα του ποιητή: «Αντικείμενες Ημιευθείες» (1998), «Παγωμένο Κενό στους 516° C» (2001), «Κλειδωμένες Θάλασσες» (2003), «Όταν βυθίζεται το Πιάνο» (2004), «Χρώματα Απέναντι» (2007) και «Το Πιάνο Κόπασε» (2011). Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το πρόθεμα «αντι-» χρησιμοποιείται αρκετά συχνά από τον ποιητή («αντι-λέξεις», «αντι-ύλη», «αντι-στιγμές», «αντι-αρχιτεκτονική»), κάτι που αναπαράγει την εικόνα μίας εξαφανιζόμενης πραγματικότητας («στον χώρο των αφαιρέσεων»), η οποία αντικαθίσταται με το αμυδρό αντίγραφό της ή μάλλον μόνο με τη σκιά της: «το φάσμα των βουβών σκιών και ο απόηχος του χρώματος» […]

Pshenychna, Μ., «Ανδρέας Γεωργαλλίδης – ελάχιστα περισσότερο άδειο», Κυπριακή Εστία, τευχ. 4, 30-31 (2020), σ.158-160.

.

Χρώματα Απέναντι

(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΚΡΙΤΙΚΩΝ)

 

S. THOMAS

[…] This unusual new collection of “philosophical” poetry from Andreas Georgallides combines Wittgensteinian logic with an almost romantic sensibility. It is challenging and acceptable, mysteriously opaque yet rigorously precise. What is more, the various translations on offer here (a unique and commendable endeavour) make this a truly international work […]

Στο oπισθόφυλλο της αγγλικής μετάφρασης με τον τίτλο Colours across colours (Leicester: Troubador 2007 [2nd edition published 2008]).

ΓΙΑΝΝΗΣ ΘΕΟΧΑΡΑΚΗΣ

Σε άρθρο του το οποίο δημοσιεύτηκε στον τύπο με τίτλο Ο ποιητής του κενού μέσα από την αντισυμβατική αφαίρεση αναφέρει: «Ως μεταφραστής στο επάγγελμα και μελετητής για χρόνια της ελληνικής λογοτεχνίας παλεύω να εντοπίσω έργα που να αυτοσυστήνονται και να έχουν την ικανότητα να δηλώνουν μια αξιοπρεπή παρουσία στο χώρο της Τέχνης. Ένα τέτοιο έργο υποστηρίζεται από τον ποιητή του κενού (όπως ορθά χαρακτηρίστηκε) Α. Γεωργαλλίδη … Ατάραχο το έργο του δεν φιλοδοξεί αλλά προϋποθέτει τα κρίσιμα συστατικά τα οποία θα συνθέσουν το χρώμα της απόδρασης από ψευδολογισμούς και «δηλαδή» … Υπάρχουν σοβαροί λόγοι να μην προσπεράσουμε την περίπτωση και να εγκύψουμε στο έργο αυτό. Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο Dr Samuel Thomas (καθηγητής του Πανεπιστημίου Durham) καθώς επίσης και ο Dr Ali Rahimi (καθηγητής του Πανεπιστημίου Kashan)» […].

https://simerini.sigmalive.com/search/?query=%CE%93%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%AF%CE%B4%CE%B7

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ

Σε ομιλία του στο Σπίτι της Κύπρου στην Αθήνα υποστηρίζει τα εξής: «Δύο παρατηρήσεις είναι αναγκαίες σχετικά με τη γλώσσα του ποιητή. Η πρώτη αφορά τη χρησιμοποίηση πολλών λέξεων που προέρχονται από το φυσικομαθηματικό χώρο… Η δεύτερη έχει να κάνει με τη δημιουργία από τον ποιητή πολλών νεολογισμών … καθώς και το ότι μεταχειρίζεται συχνά σπάνιες και δυσεύρετες λέξεις, συνήθως με φυσικομαθηματική προέλευση επίσης». Η άποψη του Καραντώνη ενισχύεται και από την Κυπριανού Φλωρεντία (φιλόλογος – κριτικός λογοτεχνίας) σε κριτικό σημείωμα στο Λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Εποχή στο οποίο μεταξύ των άλλων αναφέρει: «Είναι μάλιστα πολύ ενδιαφέρον να επιχειρήσουμε την ερμηνεία του ποιητικού αυτού φαινομένου της ποίησης του Γεωργαλλίδη – γιατί κακά τα ψέματα είναι φαινόμενο – με όρους της Φυσικής και ειδικότερα της θεωρίας των Κβάντων. Επιχειρούμε έτσι όχι μόνο την επιστημονική ανάγνωση της Τέχνης αλλά κάτι ακόμη ριζοσπαστικότερο: την ποιητική ανάγνωση της Φυσικής».

Καραντώνης, Γ., «Για την ποίηση του Ανδρέα Γεωργαλλίδη», Ομπρέλα, τευχ. 83 (2008), σ.43.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΣΙΤΣΕΚΛΗ

[…] Η ποιητική συλλογή «Χρώματα Απέναντι» του Ανδρέα Γεωργαλλίδη είναι ένα μεγάλο ποίημα που σκόρπισε σε στίχους θραύσματα, όπως τα χρώματα που ζωγραφίζει ο ποιητής με τις λέξεις του, τα χρώματα ενός εσωτερικού ηλιοβασιλέματος ή καλύτερα μιας εκθαμβωτικής ανατολής. Οι στίχοι θαρρείς ταιριάζουν και κουμπώνουν μεταξύ τους δημιουργώντας ένα μήνυμα, διαγράφοντας μια μορφή, εκδηλώνοντας μια επιθυμία. Ο αναγνώστης καλείται να περισυλλέξει αυτό το παζλ των λέξεων, να αποκαλύψει το μύχιο τους μήνυμα, να βαδίσει με γνώμονα τις λέξεις για να χαρτογραφήσει την ψυχή του ποιητή, να ανασυνθέσει το ποίημα. Κλειδιά του για να ακολουθήσει τον ποιητή είναι ο έρωτας, η απουσία, οι αναμνήσεις, η συγκίνηση, η μουσική των λέξεων.

Ο ποιητής γκρεμίζει τον ουρανό για να αποκαλύψει έναν άλλο με περισσότερο γαλάζιο, επινοεί μια Πέμπτη εποχή. Αφήνει τη σιωπή απέναντι, για να ταξιδέψει εκεί που το πιάνο βυθίζεται, εκεί που η σιωπή τραγουδάει και τα χρώματα σχηματίζουν το περίγραμμα προσώπου αγαπημένου. Ακολουθεί τον ήχο μιας εσωτερικής μουσικής, το μονοπάτι που είναι γνωστό σε όλους τους ποιητές, το μονοπάτι των αναμνήσεων. Είναι μεγάλο το ταξίδι για να φθάσει εκεί, σε αυτό τον τόπο αλλού, στο τέλος του χρόνου, στο τέλος των συμβάσεων, για να ακούσει το βουβό κονσέρτο, για να συναντήσει τη μούσα. Πηγαίνει εκεί χωρίς αποσκευές, αφήνει πίσω του ατακτοποίητα γεγονότα, ώστε επίλογος να μην υπάρχει … Σκοπός του ταξιδιού είναι να παραδώσει ένα ανεπίδοτο γράμμα, να ανοίξει ένα παράθυρο για να ατενίσει από εκεί το όραμα. Αποστέλλω λοιπόν ένα παράθυρο κενού στη σιωπή της σιωπής, θα πει. Ω, ναι! Είναι δύσκολο. Ο ποιητής κέρδισε επάξια το περιθώριό του για να φιλοξενηθεί στο χώρο.

Ο ποιητής ανταμώνει εκεί τη βαθύτερη αλήθεια του. Δεν υπάρχει πια χρόνος, δεν υπάρχουν μεταμφιέσεις, λογικά χρώματα σε τούτο το φως, υπάρχουν μόνο δυο σκιές ζωγραφισμένες του ίδιου μη λογικού χρώματος. Βλέπεις ένα άλλο γαλάζιο, κοιτάζει το φως στα μάτια, η αγάπη γίνεται ουρανός. Συμμετέχει σε αυτή τη βουβή κοσμική μελωδία που είναι πάντα εκεί και ωστόσο μόνο τις στιγμές της έμπνευσης ακούει. Νιώθει σολίστας χωρίς θεατές της κοσμικής μελωδίας. Εκεί προσκαλεί την αγαπημένη για να ακυρώσει σιωπηρές αρνήσεις, για να της κοινωνήσει τη βαθύτερη αλήθεια του. Αν ήξερα το σχήμα του ουρανού θα σε ζωγράφιζα με χρώματα γαλάζια, θα της πει, και παρακάτω θα αναρωτηθεί: γιατί κανένας ήλιος δεν έγινε υπηρέτης των ματιών σου. Προσπαθεί να αναμεταδώσει στον αναγνώστη αυτή τη θεϊκή ανατριχίλα που δεν είναι τίποτα άλλο παρά το άγγιγμα της μούσας. Άλλοτε νιώθει άτρωτος και άλλοτε οι λέξεις, τα εργαλεία του, τον προδίδουν και παραμένει αδύναμος: Ας προσπαθήσει ο παραλήπτης να αναγνώσει τούτη τη λευκή σελίδα και με υπομονή να μετρήσει τις τόσες ανύπαρκτες λέξεις της, θα πει. Αλλά και ποιος ποιητής, και ποιος δημιουργός δεν αισθάνθηκε την ίδια αδυναμία όταν η στιγμή της μέθεξης έχει χαθεί, όταν ακόμα θαμπωμένος από την πανδαισία των χρωμάτων, από την αρμονία της συμπαντικής μουσικής, προσπαθεί να αναπαραγάγει έστω και ένα ελάχιστο κάτι από όσα έχει δει και αισθανθεί; Πόσο φτωχές φαίνονται τότε οι λέξεις, οι λέξεις που ως εκείνη τη στιγμή εμφάνιζαν το πλήρες νόημά τους, την εσωτερική αλήθεια τους. Ο Γεωργαλλίδης επιστρατεύει με σιγουριά, μια τεχνική γραφής φειδωλή, αφαιρετική, που φλερτάρει με τον υπερρεαλισμό, όσον αφορά τη φαντασία και την εικόνα, χωρίς ωστόσο να ματαιώνει το νόημα. Γεμάτος αυτοσαρκασμό, λογοπαίγνια και αντιφάσεις – αφιερώνει την ποίηση του στη σιωπή της σιωπής – καταθέτει το προσωπικό ποιητικό στίγμα του. Ποίηση που θέλοντας να μιλήσει για το βαθύτερο και το ουσιαστικό περιφρονεί τις συμβάσεις και θυμίζει αντανάκλαση γραμμένης λέξης στον καθρέφτη, όπως τόσο ποιητικά είχε κάποτε ορίσει ο Νικόλας Κάλας την εικονική αναπαράσταση της αντι-λογικής κάποιων κειμένων.

Όταν η πραγματικότητα γίνεται ύφαλος που πάνω της κινδυνεύει να ναυαγήσει το όραμα του ποιητή, εκείνος καταφεύγει σε εκείνο τον τόπο αλλού που ίσως δεν είναι παρά ένα ιδανικό νησί, μια εξιδανικευμένη πατρίδα, του έρωτα των παθών και των πόθων […].

Γ. ΖΗΚΑΣ

[…] Το ερώτημα το οποίο τίθεται εδώ είναι γιατί θεωρείται ο Α. Γεωργαλλίδης ένας ξεχωριστός ποιητής.

Το ερώτημα τούτο βρίσκει απάντηση στα λόγια πολλών κριτικών της Λογοτεχνίας οι οποίοι δεν απαντούν μόνον γιατί είναι ξεχωριστός αλλά και γιατί είναι ένας σημαντικός σύγχρονος ποιητής. Ο Ιωάννης Γκλένης αναφέρει σε άρθρο του το οποίο δημοσιεύτηκε στον τύπο: «Γράφοντας ένα βιβλίο ποίησης είναι όπως να ρίχνεις ένα ροδοπέταλο στο Grand Canyon και να περιμένεις τον ήχο του δήλωσε ο Don Marquis αρχές του 20ου αιώνα. Σήμερα, τα πράγματα έχουν μόνο χειροτερέψει και το κενό έχει πάρει τη μορφή μιας παμφάγου αβύσσου. Παρόλα ταύτα, πρόσφατα ένας ‘ήχος’ του ίδιου είδους, από την Κύπρο, έφτασε τις επαγρυπνείς αισθήσεις και άγγιξε την απαλότητά του στη σκληρή ρουτίνα μου».

ΝΙΚΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

Σε άρθρο του με τίτλο Η μετα-ποίηση στην ποίηση του Ανδρέα Γεωργαλλίδη μεταξύ των άλλων γράφει: «Η ποίηση του Ανδρέα Γεωργαλλίδη εισάγει αυτό το οποίο είναι έξω από το κλασικό πλαίσιο της τέχνης. Πρόκειται για ένα είδος γραφής το οποίο στέκεται αμήχανα ανάμεσα στα υπόλοιπα σύγχρονα είδη γραφής και κατορθώνει να διατηρεί την αυτοτέλεια και την αταραξία του… Η ποίηση του Α. Γεωργαλλίδη απαιτεί ένα ιδιαίτερο είδος γλώσσας – μια μεταγλώσσα σιωπής. Αυτό επειδή η γραφή του καταργεί ερωτήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την κατανόηση των στίχων του… Όλη η δουλειά του αντιστέκεται σε κάθε ορισμό, σε κάθε αξιωματικό σύστημα της Τέχνης αναζητώντας τα όρια της ανθρώπινης ελευθερίας – της μετασκέψης».

ΜΑΚΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΑΤΟΣ

Σε αφιέρωμα στο Λογοτεχνικό περιοδικό Ομπρέλα το οποίο είχε κάνει προς τιμή του ποιητή μεταξύ των άλλων γράφει: «Ο Ανδρέας Γεωργαλλίδης έχω την εντύπωση πως αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση όχι μόνο στη σύγχρονη λογοτεχνία της Κύπρου αλλά και στην ευρύτερη Ελληνική και εκτός συνόρων. Κυρίως γιατί τόλμησε να εκδώσει μια από τις συλλογές του σε ένα τόμο 250 σελίδων … Οι μεγάλοι ποιητές στο σύνολό τους πλην ελαχίστων εξαιρέσεων γνωρίζοντας ή διαισθανόμενοι τις παγίδες που κρύβει ένα τέτοιο εγχείρημα, απέφυγαν μια τέτοια περιπέτεια που θα νόθευε την τελειομανία τους».

ΑΝΤΗΣ ΚΑΝΑΚΗΣ

Σε δημοσίευμα του στο Λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Εποχή αναφέρει: «Φαινομενικά ο ποιητής μπορεί να θεωρηθεί σουρεαλιστής ποιητής. Όμως άμα μελετήσεις το έργο του διεξοδικά, καταλήγεις ότι η ποίησή του είναι κάτι πέραν του σουρεαλισμού… Η ποίηση του Α. Γεωργαλλίδη είναι άδολη έκφραση της ψυχικής του λειτουργίας όμως με φιλοσοφική σκέψη και ηθικό και λογικό έλεγχο… Ο ποιητής μπορεί να χαρακτηριστεί νεοσουρεαλιστής … Προσθέτει το δικό του στίγμα στην κυπριακή και ελλαδική ποίηση με τον τρόπο της ποιητικής του έκφρασης και φιλοσοφικής του θεώρησης».

ΔΡ. ΔΗΜΟΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ

Σε άρθρο του καταγράφει τα εξής: «Πιστεύω πως δικαίως έχει χαρακτηρισθεί ως ο ποιητής του κενού αφού μέσα από την ποίηση του δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να επανεξετάσουμε το νόημα των λέξεων και να ορίσουμε εκ νέου νοήματα και σχέσεις. Στην προσπάθεια μας αυτή είναι αδύνατο να μην βιώσουμε ένα ιδιαίτερο είδος σιωπής … το οποίο επιχειρεί να αποκαταστήσει τον ήχο – επιφέροντας την αισθητική των πραγμάτων».

Ζ. ΤΑΤΑΚΗ – ΙΩΣΗΦΙΔΟΥ

«Ανανεώνω
τις σιωπηρές μου συμβάσεις
διαγράφοντας τον ήχο.
Η σιωπή δεν παραφράζεται
όταν οι έννοιες
‘έχουν αληθινό βάθος».

Μ’ αυτούς τους στίχους ξεκινά το ταξίδι του Απέναντι στα Χρώματα ο ποιητής. Προσπαθώντας να μας μεταφέρει με έναν ιδιαίτερα δικό του τρόπο στον κόσμο της ενόρασης και του σκεπτικισμού. Στίχοι εξαιρετικά ολιγόστιχοι, μετουσιωμένοι σε πνευματική προσφορά που ερωτοτροπούν με το μοντερνισμό, χωρίς να χάνουν τίποτα απ’ το νόημά τους. Καλαίσθητη παρουσίαση, μεταφρασμένη σε πολλές γλώσσες που απαντά “στη σιωπή της σιωπής” και αρνείται τις μεταμφιέσεις […]

Τατάκη – Ιωσηφίδου, Ζ., «Χρώματα Απέναντι», Η Δεξαμενή, τευχ. 17-18 (2009), σ.232.

Ν. ΦΑΛΗΡΕΑΣ

[…] Ο ποιητής βαθιά επηρεασμένος από τον Αυστριακό φιλόσοφο Βιτγκενστάιν μιμείται τα λόγια του: «Για όσα δεν μπορεί κάποιος να μιλά, θα πρέπει να σωπαίνει» [Wovon man nicht sprechen kann, darüber muss man scheweigen]. Έτσι σε κάθε ποίημα είναι δυνατό να συναντήσει κανείς λέξεις και σιωπή – σιωπή και λέξεις, στοιχεία τα οποία κατορθώνουν να συνθέσουν την ποιητική μεταγλώσσα της σιωπής. Αρκετό το μελάνι το οποίο δεν αφήνεται στο χαρτί και το λίγο αναλαμβάνει να γεφυρώσει τα όσα δεν γράφει ο ποιητής δικαιολογώντας έτσι και τον χαρακτηρισμό, τον οποίο του έχουν αποδώσει κριτικοί της λογοτεχνίας, τόσο στον βρετανικό χώρο όσο και σε άλλα μέρη της γης «Ο ποιητής του κενού». Στο έργο απουσιάζει εξ ολοκλήρου το φαίνεσαι και τη θέση του κατέχει το είναι και το αντι-είναι […]

Φαληρέας, Ν., «Ο ποιητής του κενού Α. ΓΕΩΡΓΑΛΛΙΔΗΣ», Ομπρέλα, τευχ. 83 (2008), σ.44.

Α. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ

Δανειζόμενος ένα από τα βασικά αξιώματα της Κβαντικής Μηχανικής, την αρχή της απροσδιοριστίας του Werner Heisenberg, μου επιτρέπεται να μιλήσω – με όρους της ποίησης – για την αρχή της ποιητικής απροσδιοριστίας – μιαν ιδιαίτερη ποιητική αβεβαιότητα, με τη θετική έννοια του όρου, η οποία χαρακτηρίζει εξολοκλήρου την ποίηση του Α. Γεωργαλλίδη. Η διάχυτη αφαίρεση στο έργο του ποιητή δεν μας επιτρέπει να απαιτήσουμε το νόημα των λέξεων – στίχων στο χώρο του κυριολεκτικού νοήματος και την ίδια στιγμή να φιλοδοξούμε την κατανόηση της έντασης αυτών. Αυτή η ποιητική απροσδιοριστία έχει να κάνει πιθανόν σε πρώτο επίπεδο με την προσωπική αντίληψη του ποιητή για τη φύση της γλώσσας και του νοήματος αλλά και σε ένα δεύτερο επίπεδο έχει επίσης να κάνει με την ανθρώπινη ανικανότητα να επιλύσει ζητήματα εξαιτίας μίας αληθινής σκοτεινής ιδιότητας από την οποία διακατέχεται το βασίλειο της Τέχνης […].

Αποστολίδης, Α., «Η ποιητική απροσδιοριστία στην ποίηση του Ανδρέα Γεωργαλλίδη», Άνευ, τευχ. 59 (2016), σ.115-116.

ΦΡΟΣΟΥΛΑ ΚΟΛΟΣΙΑΤΟΥ

[…] Το αδιέξοδο, ο υπαινιγμός και η φιλοσοφική αναζήτηση είναι έννοιες που χαρακτηρίζουν την ποίηση του. Θέματα όπως γνώση και άγνοια, ύπαρξη και ανυπαρξία, το απόλυτο και το είναι, προβάλλουν σε βαθμό καταλυτικό μέσα σε στίχους του, όπου η ύπαρξη του κενού προσδίδει μία διάσταση τραγικότητας και διάψευσης.

Χρησιμοποιεί έντονα σχήματα λόγου με παρομοιώσεις […] και δημιουργεί ένα προσωπικό λεξιλόγιο (π.χ. αδιαβροχώ, αχρωματώ κ.τ.λ., αδιαβροχώ στους διάφορους χειμώνες, αχρωματώ στον βυθό των ματιών σου), γίνεται δηλαδή γλωσσοπλάστης και δημιουργός εννοιών […]

Κολοσιάτου, Φ., «Χρώματα Απέναντι», Ομπρέλα, τευχ. 83 (2008), σ.42.

Σ. ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ

[…] Ο στίχος του είναι ακαριαία ελεύθερος και προκαλεί ρήξη στον κωδικοποιημένο τετριμμένο τρόπο σκέψης. Διακατέχεται από ένα εσωτερικό σκοτεινό συντακτικό ρυθμό εξαιτίας μιας άλογης σύλληψης των πραγμάτων όπως τα προσλαμβάνει. Προσφέρει εικόνες οι οποίες δεν μπορούν να αναχθούν σε κάποια μοδάτη λογική επεξεργασία αφού δεν αντανακλούν απαραίτητα τα δεδομένα της εμπειρίας αλλά είναι διευρυμένες από τη φαντασία, απροσποίητες, απειθάρχητες, φρέσκες και πρωτογέννητες οι οποίες διαστέλλουν το οπτικό μας πεδίο και μας δίνουν μιαν άλλη διάσταση των πραγμάτων. Ο ποιητής χρησιμοποιεί ένα ιδιαίτερο γλωσσικό κώδικα (ο οποίος αφήνει περιθώρια για προβολές) με όρους οι οποίοι πολλές φορές ούτε αποκωδικοποιούνται ούτε αποσυμβολίζονται για χάρη μιας πληρέστερης κατανόησης του ποιητικού νοήματος. Η μεταφράστρια – κριτικός Κατερίνα Τσιτσεκλή αναφερόμενη σε άρθρο της για την ποίηση του Α. Γεωργαλλίδη δηλώνει χαρακτηριστικά: «περιφρονεί τις συμβάσεις και θυμίζει αντανάκλαση γραμμένης λέξης στον καθρέφτη, όπως τόσο ποιητικά είχε κάποτε ορίσει ο Νικόλας Κάλας την εικονική αναπαράσταση της αντι-λογικής κάποιων κειμένων» […]

http://www.alithia.com.cy/index.php/politismos/item/1377

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.